Κυριακή 8 Αυγούστου 2010

Οι Ακρίτες

Τάξη 5α
Δασκάλα : Ελπίδα Μουλά
Ιανουάριος 2004

Απο τη Μαρία-Χριστίνα Κώττη

Eτυμολογία
Ακρίτας (στην ποντιακή γλώσσα) ή ακρίτης (στην βυζαντινή ιστορία) είναι όρος που προήλθε από την λέξη άκρα, η οποία κατά την βυζαντινή εποχή σήμαινε τα όρια του κράτους.

Τι ήσαν και πού κατοικούσαν
Οι Ακρίτες ήταν ειδικά σώματα στρατιωτών και αξιωματικών, όχι κατ’ ανάγκην χριστιανών κι ελλήνων, στους οποίους το βυζαντινό κράτος είχε αναθέσει την φύλαξη των συνόρων του.
Τον όρο αυτό συναντούμε για πρώτη φορά στο έργο του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου «Περί βασιλείου τάξεως» (Ι.489, 6η έκδ. Βόννης) και αργότερα στην περίφημη πραγματεία «Περί παραδρομής πολέμου» (22 εκδ. Βόννης σ. 160) σε διάφορα άλλα έργα της βυζαντινής περιόδου, στα ποιήματα του Θεόδ. Πτωχοπρόδρομου και κυρίως στο έπος του Διγενή Ακρίτα.

Ειδικοί φρουροί των συνόρων και προνόμια αυτών
Το σύστημα της φρουρήσεως των συνόρων του κράτους με ειδικές για αυτό στρατιωτικές δυνάμεις (τους ακρίτες) το οποίο καταρχάς θέσπισαν οι ρωμαίοι αυτοκράτορες Τιβέριος και Δρούσος και στη συνέχεια συστηματοποιησαν οι Σεπτίμιος Σεβήρος και Αλέξανδρος Σεβήρος,διατηρήθηκε στους επόμενους αιώνες της βυζαντινής αυτοκρατορίας και οργανώθηκε τελειότερα κατά τον 7ον και 8ον αιώνα, κυρίως όταν η αυτοκρατορία οργανώθηκε σε θέματα,(διοικητικές περιφέρειες) προκειμένου να επιτευχθεί με τρόπο αποτελεσματικό ο σκοπός της φύλαξης των συνόρων της εκτεταμένης αυτοκρατορίας σε μια εποχή όπου η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία δεν αποτελούσε θεσμό του επίσημου κράτους.
Σε κάθε θέμα υπήρχαν στρατιωτικά χωράφια (στρατιωτοτόπια) τα οποία παραχωρούνταν σε άνδρες που τα καλλιεργούσαν αλλά και ταυτόχρονα είχαν την υποχρέωση να στρατεύονται και να φυλάσσουν τα σύνορα. Οι ακρίτες αυτοί είχαν φορολογική ατέλεια.Τα χωράφια μεταβιβάζονταν κληρονομικά υπο τον όρον της στρατεύσεως και των γιών τους. Επειδή όμως οι κατά καιρούς ισχυροί κατάφερναν να σφετερισθούν είτε με τη βία είτε με τη μέθοδο των δανείων τις εκτάσεις αυτές, πολλές φορές εκδόθηκαν αυτοκρατορικές διατάξεις οι οποίες και ακύρωναν τις αγοραπωλησίες των κτημάτων αυτών και διέτασσαν την απόδοση τους στους πρώτους κυρίους ή τους κληρονόμους αυτών.

Καταξίωση της τάξεως των ακριτών
Το στρατιωτικό επάγγελμα του ακρίτη ήταν κατά τους 8ο , 9ο , και 10ο αιώνα πολύ προσοδοφόρο και οι ακρίτες της εποχής εκείνης ήταν πολύ πλούσιοι. To επάγγελμα – αξίωμα του ακρίτα δινόταν σε κάποιον με «αυτοκρατορική βούλα» δηλαδή μετα από ειδική απόφαση του αυτοκράτορα. Κατά συνέπειαν είχαν συμφέρον να φυλάσσουν με ασφάλεια την χώρα την οποία το κράτος είχε εμπιστευθεί σε αυτούς και προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες στο κράτος. Το σύστημα της φρουρήσεως των συνόρων του βυζαντινού κράτους από τους ακρίτες κάτω από τις επικρατούσες την εποχή εκείνη συνθήκες ήταν απολύτως αναγκαίο και επιβεβλημένο για την διατήρηση της υποστάσεως του κράτους και ο λόγος που επι αιώνες διασώθηκε το βυζαντινό κράτος από τις επιδρομές των βαρβάρων, δεδομένου ότι δεν εφαρμοζόταν το σύστημα της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας των πολιτών όπως σήμερα.
Επόμενο ήταν ότι το τέλος του θεσμού των ακριτών θα επέφερε και το τέλος του βυζαντινού κράτους. Ετσι, όταν επι αυτοκρατορίας και στραταρχίας Νικηφόρου Φωκά (963-969) οι βυζαντινοί με την βοήθεια και των ακριτών συνέτριψαν τους Αραβες και επεκτάθηκαν τα σύνορα του βυζαντινού κράτους στην Συρία και στην Μεσοποταμία, θεωρήθηκε ότι δεν χρειάζεται να προσέχουν τόσο πολύ τα ακριτικά σώματα κι άρχισε να μειώνεται η σπουδαιότητα και η πολιτειακή και κρατική προσοχή προς τους ακριτες.
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μονομάχος κατάργησε την φορολογική ατέλεια των ακριτικών κτημάτων και διέλυσε πολλές ακριτικές φρουρές,
Η πολιτική αυτή υπήρξε ολέθρια για το βυζαντινό κράτος διότι επωφελήθηκαν οι Σελτζούκοι Τούρκοι για να διεισδύσουν στην χώρα.
Μετά τον Κωνσταντίνο τον Μονομάχο η φορολογική ατέλεια των ακριτών επανήρχετο και καταργούνταν μέχρις ότου ήταν τέτοια η παραμέληση των ακριτών ώστε άλλοι αδιαφόρησαν εντελώς για τα καθήκοντά τους και άλλοι έφτασαν μέχρι του σημείου να προσχωρήσουν στους Τούρκους.

Η ζωή των ακριτών και οι απολαυές τους
Οι ακρίτες της βυζαντινής εποχής με τη ζωή την οποία ζούσαν, με τις εκτάσεις τους, τις απολαυές του τα προνόμια και τα αξιώματά τους αποτελούσαν περίβλεπτη κοινωνική τάξη μέσα στη βυζαντινή κοινωνία την στρατιωτική αριστοκρατία της εποχής τους. Φημιστές οικογένειες ακριτών υπηρξαν οι Δούκες, Αργυροί, Φωκάδες, Μελισσηνοί, Μαλεϊνοι κ.α.
Η διαπαιδαγώγηση και η ζωή τους σκοπό είχαν να τους κάνουν ικανότερους για την στρατιωτική ζωή για την οποία προωρίζονταν, για την πάλη με τους βαρβάρους, με τα άγρια θηρία των απεράντων οροσειρών και δασών των συνόρων του κράτους προς Συρία και Μεσοποταμία.
Η πνευματική μόρφωση δεν ήταν σημαντική γι’ αυτούς και οι γραμματικές τους γνώσεις ήσαν λίγες. Η μόρφωση τους ήταν κυρίως θρησκευτική. Αγαπούσαν τα τραγούδια και έφεραν μαζί τους εκτός από το όπλο τους και ένα μουσικό όργανο.
Τα σπίτια τους ήταν πάντα ανοιχτά και το τραπέζι τους πάντα πλούσια στρωμένο. Ησαν φιλόξενοι και στο τέλος των συμποσίων τους, στα οποία παρακάθονταν πολλοί, ακούγονταν τα πολεμικά τους κατορθώματα και οι ηρωισμοί τους. Από τα τραγούδια αυτά δημιουργήθηκαν έπη ανάλογα των ομηρικών με τα οποία υμνούνται ακριτικοί ήρωες και κυρίως ο Διγενής Ακρίτας, ο Αρμούρης, ο Ανδρόνικος, ο Βάρδας, ο Φωκάς, ο Νικηφόρος, ο Πετροτράχηλος, ο Πορφύρης κ.α.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΔΙΓΕΝΗΣ ΑΚΡΙΤΑΣ
(H αλήθεια και ο θρύλος)

Πού συναντάται ο Διγενής Ακρίτας.
Η ποίηση, που αναπτύχθηκε κατά τους αιώνες της ακμής των ακριτών του βυζαντίου αποκορυφώθηκε στην ηρωική ποιηση του ελληνισμού της εποχής εκείνης η οποία κυρίως επικεντρώθηκε στην ηρωική μορφή του Διγενη Ακρίτα και τα εκπληκτικα και ασύλληπτου ηρωισμού κατορθώματά του.
Ο Διγενής Ακρίτας είναι ο ιδεώδης τύπος του εθνικού πολεμιστή κατά των εχθρών του μεσαιωνικού Ελληνισμού. Ο ηρωισμός είναι βαθύτατη ουσιαστική ανάγκη της ζωής, η ψηλότερη και αγιότερη στιγμή της.
Η εμφάνιση στον μεσαίωνα του ελληνικού κόσμου ενός μεγάλου εθνικού ήρωα, που ακολουθεί τα αρχαία ελληνικά πρότυπα όπως ο Αχιλλέας, ο Ηρακλής ή ο Μέγας Αλέξανδρος ενσαρκώνει την αναγέννηση του ελληνισμού με όλη τη λάμψη των καλών αρχαίων καιρών.

Τι προβάλλεται με το πρότυπο του ήρωα
Πάνω στον ήρωα αυτό ο λαός επλεξε μύθους, τους περισσότερους των οποίων παρέλαβε και ανακαίνισε από την πλούσια μυθική κληρονομιά της αρχαιότητας και συγκρότησε τον ιδεώδη τύπου ήρωα που είναι νεαρός όπως ο Αχιλλέας, δυνατός όπως ο Ηρακλής και ένδοξος όπως ο Μεγαλέξανδρος. Με τον Διγενή αποκορυφώνονται οι πόθοι και τα ιδεώδη του ελληνικού έθνους διότι αυτός συμβολίζει την μακρόχρονη και άληκτη πάλη του ελληνικού προς τον μουσουλμανικό κόσμο.
Για αρκετό καιρό οι ερευνητές πίστευαν ότι ο ήρωας θα μπορούσε να ταυτιστεί με κάποιο ιστορικό πρόσωπο, όπως με τον τουρμάρχη Διογένη, τον αυτοκράτορα Βασίλειο Α’ κ.α. νεότερες όμως έρευνες οδήγησαν συμπέρασμα ότι ο Βασίλειος Διγενής Ακρίτας αποτελεί σύνθεση δύο λαϊκών ηρώων του Διγενή και του Ακρίτα. Ο πρώτος αποτελούσε θρησκευτική μετεξέλιξη και προσαρμογή των παραδόσεων των λαών της ανατολής για τον Διόνυσο και τον Μεγαλέξανδρο και ο δεύτερος την εξιδανίκευση και την ηρωοποίηση του θεσμού του «ακρίτα».

Το έπος που αφορά στον Διγενή Ακρίτα και πρωτοέφερε στο φώς ο Ν. Πολίτης αποτελείται από δύο μέρη, σε γενικές γραμμές.

Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει τα του πάππου του ήρωος Βυζαντινού άρχοντα Ανδρονίκου Δούκα και της συζύγου του Αννας και τα προ της γεννήσεως του ήρωα γεγονότα.
Το ζεύγος Δούκα απέκτησε πέντε γιούς και μια κόρη την οποίαν ονόμασαν Ειρήνη. Σε ηλικία 7 ετών αστρονόμοι που μελέτησαν το ζώδιο της κόρης προέβλεψαν τον κίνδυνο αρπαγής της. Για το λόγο αυτόν οι γονείς της την έκλεισαν σε κάστρο. Κάποια μέρα όμως που η βυζαντινή αρχοντοπούλα σε ηλικία 15 ετών, λάμποντας από την νεότητα και την ομορφιά της, βγηκε για περίπατο με τις σκλάβες της γύρω από το κάστρο συναντήθηκε με τον Εμίρη των Σαρακηνών, Μουσούρ, ο οποίος εκείνη την ημέρα είχε εισβάλλει στην χώρα του Ανδρονίκου Δούκα και αφού θαμπώθηκε από την ομορφιά της την άρπαξε μαζί με την συνοδεία της. Η οικογένεια της νεαρης ειδοποιείται και αρχίζει να καταδιωκει τον Σαρακηνό. Οι διώκτες του τον προλαμβάνουν και αυτός αναμετριέται σε μονομαχία με τον μικρότερο αδελφό της κόρης Κωνσταντίνο, ο οποίος και νικά τον Σαρακηνό. Ο Σαρακηνός, όμως, ερωτευμένος με την κοπέλλα κατορθώνει να πείσει την οικογένεια της να του την δώσουν σε γάμο αφού προηγουμένως αλλαξοπιστεί και ασπάζεται τον Χριστιανισμό και προσηλυτίζει σε αυτόν και την μητέρα του και όλη του την οικογένεια.
Από τον γάμο αυτό του σαρακηνού άρχοντα και της βυζαντινής αρχοντοπούλας γεννιέται ο Βασίλειος Ακρίτας, ο οποίος επωνομάστηκε Διγενής διότι κατάγεται από δύο γένη και έρρεε στις φλέβες του αίμα ελληνικό και αραβικό.

Στην συνέχεια αρχίζει το δεύτερο μέρος του έπους. Ο Διγενής μεγαλώνει και διακρίνεται για την δύναμη, την παλληκαριά και την ομορφιά του. Ηταν προικισμένος με όλες τις φυσικές και ψυχικές αρετες. Σε ηλικία τριών ετών έμαθε τα γράμματα τα οποία χρειαζόταν στη ζωή του και άρχισε να ασχολείται με το κυνήγι άγριων ζώων. Σε ηλικία 12 ετών σκοτώνει στη σειρά δύο αρκούδες, ένα ελάφι και μια λιονταρίνα. Στο άνθος της νεότητας του εκστρατεύει εναντίον των απελατών (ληστών που λυμαίνονταν και λεηλατούσαν τις ελληνικές χώρες :Φιλοπαππούς, Λυκοστράτης, Ιωαννίκιος, Αλλομαλάς). Γίνεται ο φόβος και ο τρόμος τους. Σε μια εξόρμηση του ο Διγενής βλέπει την ομορφη κόρη του Στρατηγού Δούκα, Ευδοκία (Λιογέννητη την έλεγαν λόγω της παροιμιώδους ομορφιάς της) την ερωτεύεται και της κάνει καντάδα κάτω από τα παράθυρά της με την κιθάρα του, στον πύργο όπου την είχε κλείσει ο πατέρας της για να μην την αρπάξουν. Η Ευδοκία ανταποκρίνεται στον έρωτα του Διγενή και μετά από κοινή συμφωνία φεύγει μαζί του. Ο στρατηγός – πατέρας και οι εφτά του γιοί τους καταδιώκουν και ο Διγενής τους αποκρούει όλους. Μετά από αυτό ο πατέρας της Ευδοκίας βλέποντας την ανδρεία του Διγενή, δέχεται με ενθουσιασμό να γίνει ο γάμος ο οποίος έλαβε χώρα στο κάστρο του Διγενή με πολυήμερο γλέντι.

Μετά τον γάμο ο Διγενής γίνεται ακρίτας (με βούλα το αυτοκράτορα) και φεύγει μαζί με την γυναίκα του για την άκρη του Βυζαντίου. Μνημονεύονται στο έπος οι άθλοι του ήρωα:
Α) ο ιπποτισμός του απέναντι στην εγκατελειφθείσα κόρη, την οποία επαναφέρει στον μνηστήρα της
Β) ο φόνος δράκου και λιονταριού
Γ) η κατατρόπωση απελατών οι οποίοι αποπειράθηκαν να αρπάξουν την γυναίκα του
Δ) η μονομαχία του με την ονομαστή βασίλισσα των αμαζόνων Μαξιμώ, η νίκη του και ιπποτική του συμπεριφορά απέναντι της.

Στα τελευταία βιβλία περιγράφονται το αρχοντικό παλάτι του ήρωα στον Ευφράτη ποταμό, ο θάνατος του ήρωα από ασθένεια σε νεότατη ηλικία, και ο θάνατος της συζύγου του πάνω από το πτώμα του, αφού δεν άντεχε νε μείνει ζωντανή χωρίς αυτόν.


Ο μεσαιωνικός και οι αρχαίοι ήρωες
Εντύπωση μας προκαλεί η ομοιότητα με τους ήρωες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, όπως τους γνωρίζουμε από τους αρχαίους ελληνες συγγραφείς. Αυτό που χαρακτηρίζει τον ήρωα είναι η καταπληκτική και στα όρια του υπερφυσικού φυσική σωματική ρώμη του, η ασύγκριτη γενναιότητα του, η πολεμική ανδρεία του, το ακατάβλητο θάρρος του, η ηθική του μεγαλοψυχία, ο ιπποτισμός και η χαλύβδινη ψυχικότητα του. Αγωνίζεται σε όλη του τη ζωή για την διαφύλαξη της ελληνικής πατρίδας και την συντριβή των εχθρών του ελληνικού γένους. Φέρει όλα τα χαρακτηριστικά των αρχαίων ελλήνων ηρώων με όλες τις αρετές αλλά και τις ευαισθησίες τους, της σαγήνης και της έλξεως από το άλλο φύλο.

Το καταπληκτικό μεγαλείο του ήρωα αποκορυφώνεται από την σύλληψη της εικόνας του θανάτου του από τον λαϊκό δημιουργό των ακριτικών τραγουδιών, ο οποίος αρνείται την πιθανολογούμενη και ρεαλιστική πραγματικότητα, ο ήρωας αρρωσταίνει από βαρύ κρυολόγημα αποτέλεσμα αγρίας καταδίωξης εχθρών με αποτέλεσμα τον θάνατο του. Ο λαός θέλει τον ήρωα να έρχεται σε προσωπική αναμέτρηση εννιά φορές με τον Χάρο στα μαρμαρένια αλώνια με κατάληξη που αρμόζει στους ήρωες, όπου το ελληνικό υψώνεται στο απόλυτο και το αιώνιο:

«Ο Διγενής ψυχομαχεί κι η γή τονε τρομάσσει
«Βροντά κι αστράφτει ο ουρανός και σείετ’ ο απάνω κόσμος
«Κι ο κάτω κόσμος άνοιξε και τρίζουν τα θεμέλια
«κι η πλάκα τον ανατριχιά, πώς θα τονε σκεπάσει
«πώς θα σκεπάση τον αητό, τση γής τον αντριωμένο
«Βογγάει, τρέμουν τα βουνά βογγάει τρέμουν οι κάμποι.


Βιβλιογραφία:
1. Νεώτερο εγκυκλοπαιδικό λεξικο «Ηλιου»
2. «Τραγούδια του ελληνικού λαού» Πολίτου, σελ. 113-114
3. Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό Εκδ. Αθηνών τόμος 3 σελ. 280
4. Ιστορίες από το Βυζάντιο Σοφία Μαυροειδή – Παπαδάκη τόμος γ’
σελ. 11-76
5. Εξώφυλλο από το σχολικό βιβλίο του Ο.Ε.Δ.Β. «Στα βυζαντινά χρόνια» ιστορία Ε’ τάξης

1 σχόλιο:

  1. Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη
    Περισσότερες πληροφορίες http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/polymerou_digenis.html

    Ο Διγενής Ακρίτας στη Νεοελληνική Δραματουργία

    Από το «Ευρωπαϊκή Ακριτική Παράδοση: από το Μεγαλέξανδρο στο Διγενή Ακρίτα». Εκδ. Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών. Αθήνα 2000.


    Μεταξύ των έργων της ελληνικής δημώδους ποίησης οι παραλογές παρουσιάζουν το μεγαλύτερο θεατρολογικό ενδιαφέρον, αφού, σύμφωνα με τον Στίλπωνα Κυριακίδη οι ρίζες των παραλογών βρίσκονται στην παρακαταλογή και την ορχηστρική τραγωδία της ρωμαϊκής περιόδου που μέσω του βυζαντίου επηρέασε ομοιόθεμα αφηγηματικά τραγούδια των ευρωπαϊκών λαών, τις μπαλάντες. Τα ακριτικά έπη, που παραδίδονται γραπτώς, αλλά και τα προφορικά παραδιδόμενα τραγούδια με τον αφηγηματικό τους χαρακτήρα, την συχνά διαλογική μορφή, την σαφή διαγραφή των προσώπων-χαρακτήρων αποτελούν επίσης πλούσιο υλικό για δραματουργική αξιοποίηση. Η δραματουργική προσέγγιση-αξιοποίηση των αφηγηματικών δημοτικών τραγουδιών στην Ελλάδα αλλά και στις άλλες χώρες της Ευρώπης, στο πλαίσιο της στροφής της λογοτεχνικής γενικότερα δημιουργίας προς τους εθνικούς θησαυρούς, με την παραγωγή ρεαλιστικών (εν μέρει νατουραλιστικών) στον ελληνικό χώρο ηθογραφικών έργων, υπήρξε έντονη, ιδιαίτερα μετά την ανάδειξη της Λαογραφίας με τον Νικόλαο Πολίτη, ως κεντρικής κινητήριας δύναμης και πηγής έμπνευσης με την επιστροφή στις ρίζες της παράδοσης και την κατάδειξη της συνέχειάς της από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Έτσι προκύπτει η ηθογραφική δραματουργία (ειδύλλια, κωμειδύλλια κ.τ.τ.) και οι αναπλάσεις, προσαρμογές, αναπαραστάσεις, διασκευές θεμάτων που ανήκουν στο θησαυρό της εθνικής λαογραφικής παράδοσης, όπως είναι τα Παραμύθια, οι Παραδόσεις, τα Τραγούδια-Άσματα, αλλά και Δρώμενα του κύκλου της ζωής και του χρόνου.


    Ο Διγενής: Ο ήρως-σύμβολο

    Ο Διγενής, το κυριότερο πρόσωπο του ακριτικού έπους, φαίνεται να ακολούθησε ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, ξεχωριστή πορεία. Οι απηχήσεις των θαυμαστών έργων αλλά και του προσώπου του ήρωα-συμβόλου ήταν σημαντικές για τη νεοελληνική λογοτεχνία και κυρίως την ιδεολογία. Η Μεγάλη Ιδέα και ό,τι την τροφοδοτούσε και την στήριζε, ουτοπικό ή όχι, ανήγαγε τον Διγενή σε σύμβολο του «διαχρονικά ενιαίου ελληνικού έθνους» και των αγώνων του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή